χριστιανικόν

χριστιανικόν
χριστιανικός
Christian
masc acc sg
χριστιανικός
Christian
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Алексиу, Элли — В Википедии есть статьи о других людях с такой фамилией, см. Алексиу, Харис. Элли Алексиу греч. Έλλη Αλεξίου Род деятельности: писательница и переводчица …   Википедия

  • Βενδότης, Γεώργιος — (Ζάκυνθος 1757 – Βιέννη 1795). Λόγιος. O Β. ή Βεντότης σπούδασε στην Ιταλία και παρέμεινε αρκετό διάστημα στη Βενετία, όπου εργάστηκε σε ελληνικό τυπογραφείο. Στο τυπογραφείο αυτό τύπωσε και μια μετάφρασή του από τα γαλλικά. Από τη Βενετία πήγε… …   Dictionary of Greek

  • Γιερός, Χαράλαμπος — (Γωνιά Αρτάκης 1887 – Αθήνα 1975). Ιστορικός της φιλοσοφίας. Σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία στα πανεπιστήμια της Αθήνας, της Λειψίας και της Περούτζια. Εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη μέση εκπαίδευση και έφτασε στον βαθμό του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”